γόμφων

γόμφων
γόμφος
bolt
masc gen pl
γομφόω
fasten with bolts
imperf ind act 3rd pl (doric aeolic)
γομφόω
fasten with bolts
imperf ind act 1st sg (doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Γόμφων, δήμος — Νέος δήμος (5.154 κάτ.) του νομού Τρικάλων, που συστάθηκε με το σχέδιο Καποδίστριας και αποτελείται από τις πρώην κοινότητες Γόμφων, Δροσερού, Λυγαριάς, Μουριάς, Παλαιομοναστήρου και Πηγής, οι οποίες καταργήθηκαν. Έδρα του δήμου ορίστηκε ο… …   Dictionary of Greek

  • Liste der Gemeinden Griechenlands (1997–2010) — Die folgende Tabelle umfasst alle griechischen Gemeinden, die im Zuge des Kapodistrias Programms von 1997 aus knapp 6.000 kleineren kommunalen Einheiten geschaffen wurden und im Zuge des Kallikratis Gesetzes von 2010 zum 1. Januar 2011… …   Deutsch Wikipedia

  • Музаки (дим) — У этого термина существуют и другие значения, см. Музаки. Дим Музаки Μουζάκι …   Википедия

  • γλυπτική — Σήμερα ονομάζεται γενικά γ., η τέχνη της δημιουργίας ανάγλυφων και oλόγλυφων μορφών. Ο όρος όμως περικλείει δύο ουσιαστικά αντίθετες έννοιες· την καθαυτό γ., εκείνη που, όπως έλεγε ο Μιχαήλ Άγγελος, «προχωρεί με αφαιρέσεις του περιττού υλικού… …   Dictionary of Greek

  • λουκέτο — το 1. μικρό, συνήθως κινητό, κλείθρο εφοδιασμένο με μεταλλικό στέλεχος σχήματος καμάρας που διέρχεται μέσω δακτυλιωτών γόμφων και, με το κλείσιμό του, ασφαλίζει τη σύνδεσή τους 2. φρ. α) «τού βαλε λουκέτο στο στόμα» τού απαγόρευσε να μιλάει β)… …   Dictionary of Greek

  • Γόμφοι — I Αρχαίαπόλη της περιοχής Εστιαιώτιδας, στα όρια Θεσσαλίας και Ηπείρου, στη δεξιά όχθη του Πηνειού και στους πρόποδες της Πίνδου. Την κατέλαβε ο Φίλιππος B’ της Μακεδονίας, που την ονόμασε ΦιλίππουςΦιλιππούπολη. Το 48 π.Χ. την κατέστρεψε ο… …   Dictionary of Greek

  • Δροσερό — Ονομασία τριών οικισμών. 1. Ορεινός οικισμός (υψόμ. 650 μ., 327 κάτ.) στην πρώην επαρχία Εορδαίας του νομού Κοζάνης. Βρίσκεται στα Β του νομού, ΒΔ της Πτολεμαΐδας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Πτολεμαΐδος. Παλαιότερα ονομαζόταν ΈλοςΚονούφι. 2.… …   Dictionary of Greek

  • Θεσσαλιώτιδας και Φαναριοφερσάλων, Ιερά Μητρόπολη — Μητρόπολη με έδρα την Καρδίτσα. Στη δικαιοδοσία της υπάγονται 227 ενοριακοί ναοί. Για την πλέον άρτια και εύρυθμη περιφερειακή οργάνωση έχουν οριστεί αρχιερατικοί επίτροποι στις περιοχές Βραγκιανών, Γόμφων, Δολόπων, Ιθώμης, Ιτάμου, Καλλιφωνίου,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”